Translate

Κυριακή 10 Μαΐου 2015

ΧΑΛΚΗ ΜΠΡΕ

Kαραμπάσι και φλισκούνι και της Χάλκης το νερό,
Όμορφη μου Κατιγκάκη
Αχ πολύ σας αγαπώ
Με αυτα τα λόγια η Λωξάντρα αναφέρεται στην Χάλκη των Πριγκηποννήσων,που είχε το εξοχικό της ,οπώς και πολλοί Ρωμίοι τον 20ο αιώνα.

Ο μοναδικός οικισμός του νησιού είναι κτισμένος από την αρχαία εποχή στην ήρεμη βορειοανατολική παραλία, που είναι προστατευμένη από τους ΒΑ ανέμους. Βρισκόταν σε άμεση επικοινωνία τόσο με την Πρίγκηπο, όσο και με την απέναντι ακτή της Βιθυνίας
Ο παλιός οικισμός εκτεινόταν από το λιμάνι και τον παλαιό ναό του Αγ. Νικολάου και αναπτυσσόταν σε στενά καλντερίμια και στριφογυριστά αδιέξοδα δρομάκια, συχνά καμαροσκέπαστα. Η ναυτική πολιτεία είχε ως επίκεντρο την πλατεία της Γλύφας, όπου το κεντρικό πηγάδι που είχε ανοιχτεί το 1768. Υπήρχαν επίσης άλλες οκτώ αστείρευτες πηγάδες. Το νερό ήταν πάντα λιγοστό στη Χαλκη και είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ τα σπίτια ήταν πάντα ξεκλείδωτα, οι κάτοικοι διπλοκλείδωναν τα πηγάδια και τις στέρνες τους για να ασφαλίσουν το πολύτιμο νερό. Στις αρχές του 20ού αιώνα η πόλη καταστράφηκε δυο φορές από πυρκαγιά και χτίστηκε ξανά.
Ο ενοριακός ναός του Αγίου Νικολάου υπήρχε από τη βυζαντινή εποχή και ήταν κτισμένος σε ερείπια αρχαίου ναού. Ξαναοικοδομήθηκε το 18ο αιώνα και πάλι το 1857 λαμπρότερος και εντυπωσιακός σε σχέδια του Χατζή Στεφανή Γαϊτανάκη. Σε αυτή τη μορφή υπάρχει μέχρι σήμερα.
Το 1907 κτίστηκε το κτίριο του κοινοτικού σχολείου του νησιού με δαπάνη του μεγάλου ευεργέτη Κωνσταντίνου Ηλιάσκου, ο οποίος διατηρούσε επιβλητικό αρχοντικό στην παραλία με 22 δωμάτια κτισμένο το 1860. Ο ίδιος χρηματοδότησε την επισκευή της στέγης και του τρούλου του ναού
.
Πολλά από τα εντυπωσιακά θέρετρα των εύπορων Ρωμιών της Κωνσταντινούπολης έχουν διατηρηθεί μέχρι σήμερα και ορισμένα έχουν αναπαλαιωθεί φανερώνοντας την παλιά αρχοντιά του νησιού.
Πέρα από την πόλη απλώνονταν το ύψωμα του Κουτρουλόμυλου και ο λόφος της Αγίας Τριάδας. Οι πέραν της χώρας περιοχές του νησιού ανήκαν στα τρία μοναστήρια που υπήρχαν στη Χάλκη: της Παναγιάς Καμαριωτίσσας, της Αγίας Τριάδας (όπου και η περίφημη Θεολογική Σχολή) και του Αγιού Γεώργίου.

Η Χάλκη σήμερα αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο νησί των Πριγκηποννήσιων με 3.000 κατοίκους.Οι Έλληνες κάτοικοι του νησιού συντηρούν μια μικρή ενορία 310 κατοίκων. Όπως σε όλα τα γύρω Πριγκηπόννησα έτσι και στη Χάλκη υπάρχει ένας αέρας επιστροφής Ελλήνων κατοίκων.] Το καλοκαίρι οι Έλληνες κάτοικοι πολλαπλασιάζονται και φτάνουν κάπου στους 2000. Οι εκκλησίες στο νησί είναι οι ακόλουθες:
  • Ο Καθεδρικός ναός του Αγίου Νικολάου (ενορία με 310 άτομα), σε άριστη κατάσταση
  • Ο Κοιμητηριακός ναός της Αγίας Βαρβάρας
Στο νησί, μετά το κλείσιμο του Λυκειακού τμήματος της Θεολογικής Σχολής ,το 1983, δεν υπάρχει ελληνικό εκπαιδευτήριο.Τα ελληνόπουλα του νησιού φοιτούν στο τουρκικό δημοτικό της Χάλκης.
ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ

Στις αρχές του 9ου αιώνα αναφέρεται η ύπαρξη μονής των Δεσποτών στο νησί της Χάλκης, στην οποία είχε εκτοπιστεί ο Θεόδωρος Στουδίτης. Η μονή αυτή θεωρείται πως ταυτίζεται με τη μετέπειτα μονή της Αγίας Τριάδας. Κάποιοι την αναφέρουν ως μονή του Εσώπτρου. Το 1844 στην ανακαίνιση της μονής βρέθηκαν πλήθος αρχαιοτήτων και ένα επιτύμβιο γλυπτό, τα οποία θεωρήθηκε ότι ανήκαν σε αρχαίο ναό .
Τον 9ο αιώνα η μονή λεηλατήθηκε από τους Ρώς και ερειπώθηκε. Η παράδοση συνδέει την ανακαίνισή της με τον  Πατριάρχη Φώτιο. Εξόριστη στη μονή παρέμεινε και η αυτοκράτειρα Θεοδοσία, σύζυγος του αυτοκράτορα Λεοντός Γ΄ του Αρμένιου. Από το βυζαντινό παρελθόν της υπάρχει άλλη μια πληροφορία που φέρει τη βασίλισσα Αικατερίνη Κομνηνή να έχει μονάσει εδώ στα  1063, λαβούσα το όνομα «μοναχή Ξένη».
Όμως, η σπουδαιότητα της μονής Αγ. Τριάδας συνίσταται στην ίδρυση εδώ το  1844 της ονομαστής Θεολογικής Σχολής  από τον Πατριάρχη Γερμανό τον Γ΄. Για 150 χρόνια η Θεολογική Σχολή υπήρξε το φυτώριο θεολόγων και ιεραρχών της Ορθοδοξίας.
Η μονή λειτουργεί μέχρι και σήμερα, όχι όμως και η Σχολή.
ΠΑΝΑΓΙΑ ΚΑΜΑΡΙΩΤΙΣΣΑ

Η Μονή Καμαριώτισσας ήταν η δεύτερη, και οπωσδήποτε ιστορικά σημαντικότερη, μονή της Χάλκης.
Η μονή ήταν κτισμένη σε ένα διάσελο ανάμεσα σε δύο πευκόφυτους λόφους. Η απόκεντρη αυτή περιοχή είχε προσελκύσει από τα πρώτα βυζαντινά χρόνια μεμονωμένους αναχωρητές που ζούσαν είτε σε σκηνές (σκηνίτες) είτε σε μικρά κελιά, ακόμα και πάνω σε δέντρα κάποιοι. Οι μοναχοί αυτοί κάποια στιγμή συγκρότησαν ένα κοινόβιο. Αυτό συνέβη μάλλον τον 11ο αιώνα, όπως προκύπτει από τη μελέτη της σωζόμενης τοιχοποιίας.
Στη θέση του κοινόβιου, το 15ο αιώνα ο αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος ανέγειρε ναό και μονή του Προδρόμου. Τελικά, το συγκρότημα αυτό έμεινε γνωστό ως «Μονή της Θεοτόκου Καμαριώτισσας» από ένα μικρό ναό της Θεοτόκου, του οποίου η καμπάνα ήταν κρεμασμένη σε μια πετρόκτιστη καμάρα. Ο ναΐσκος συνδέεται με την πριγκίπισσα Μαρία Κομνηνή Παλαιολογίνα, κόρη του αυτοκράτορα της Τραπεζούντας. Οι κάτοικοι αποκαλούσαν τη μονή και «Κουμαριώτισσα», από τις πολλές κουμαριές που την περιστοίχιζαν.
Το 1672 κάηκε η στέγη του ναού του Προδρόμου. Ανακαινιστής της μονής υπήρξε ο Νικούσιος Παναγιωτάκης, μεγάλος δραγουμάνος της Υψηλής Πύλης.
Το 1796 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ηγεμόνας της Βλαχίας, ανοικοδόμησε ριζικά το μοναστήρι, το οποίο είχε περιπέσει σε άθλια κατάσταση. Στην ανοικοδόμηση είχαν συνεισφέρει επίσης ο Πατριάρχης Παΐσιος Β΄ και η κεντήστρα Μαριώρα. Ο Υψηλάντης προίκισε τη μονή με πλούσια μετόχια στο Βουκουρέστι και στη νήσο Πρώτη. Όμως, σε αντάλλαγμα της ευεργεσίας πέτυχε να έχει λόγο η οικογένειά του στο διορισμό του ηγουμένου.
Στο κιόσκι της Καμαριώτισσας έγιναν πολλές συνάξεις Φιλικών, στα χρόνια της προετοιμασίας της επανάστασης του εικοσιένα, με συνέπεια η οικογένεια Υψηλάντη να στερηθεί την Καμαριώτισσα, την επιστασία της οποία ανέλαβε το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Από το 1831 στη μονή στεγάστηκε το Ελληνικό Φροντιστήριο, σχολή που ίδρυσαν δεκαπέντε Έλληνες έμποροι με τη συνδρομή του πατριάρχη Κωνστάντιου Α΄. Η «Ελληνεμπορική Σχολή», όπως έμεινε γνωστή, λειτούργησε ως τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Άλλωστε το 1905 είχε υποστεί ζημιές από πυρκαγιά.
Το 1916 το κτίσμα κατέλαβε ετσιθελικά το υπουργείο Ναυτικών της Τουρκίας για να στεγάσει ναυτική σχολή. Όμως, το πατριαρχείο κατάφερε να ανακτήσει τον έλεγχό της κι εγκατέστησε εκεί την «Εθνική Στέγη»: ορφανοτροφείο θηλέων προσφύγων της μικρασιατικής καταστροφής.
Τελικά, το 1942 το Υπουργείο Ναυτικών κατέλαβε και πάλι τα κτίρια, αυτή τη φορά οριστικά, δημιουργώντας εκεί ναυτική ακαδημία. Τα κειμήλια της μονής, το τέμπλο και οι εικόνες μεταφέρθηκαν είτε στη μονή Αγίας Τριάδας, είτε στο πατριαρχείο. Ο ναός της Θεοτόκου μετατράπηκε σε αποθήκη.
Στη μονή ήταν θαμμένοι πολλοί Οικουμενικοί Πατριάρχες
ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Η αγιοταφίτικη μονή του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται στην ανατολική ακτή της Χάλκης, αντίκρυ στην Πρίγκηπο. Τα κελιά της μοιάζουν να αιωρούνται, κρεμασμένα πάνω από τους γκρεμούς της απότομης ακτής, γι' αυτό την αποκαλούσαν και «Αγιο Γεώργιο του Κρημνού».
Η ακριβής χρονολογία ίδρυσης της μονής δεν είναι εξακριβωμένη. Όμως, θεωρείται επίσης αρχαία, όπως οι άλλες δυο μονές του νησιού (Αγίας Τριάδας καιΚαμαριώτισσας). Δηληδή πως υπήρχε από τα χρόνια του Βυζαντίου. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, η σημερινή μονή ιδρύθηκε μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης στη θέση της παλαιάς βυζαντινής «Σκήτης του Ακεψιμά», η οποία είχε ερειπωθεί ύστερα από τις επιδρομές των Λατίνων.
Η επανίδρυση αυτή τοποθετείται στο β΄ μισό του 16ου αιώνα, μεταξύ 1563-1593, όπως προκύπτει από έγγραφα επικοινωνίας του τότε ηγούμενου Αρσενίου με τοντσάρο της Ρωσίας. Το 1758 βρισκόταν σε κατάσταση ερειπιώδη και ανοικοδομήθηκε εκ βάθρων από τον μητροπολίτη Ιωαννίκιο Καρατζά, ο οποίος μετέπειτα έγινεΟικουμενικός Πατριάρχης. Ό Ιωαννίκιος, μετά την καθαίρεση του από τον οικουμενικό θρόνο, εμόνασε στη μονή, της οποίας ήταν πλέον κτήτωρ, για το υπόλοιπο του βίου του. Δυσαρεστημένος από το Φανάρι, πριν το θάνατό του την αφιέρωσε στον Πανάγιο Τάφο. Έτσι η μονή έγινε αγιοταφίτικο μετόχι.

Όπως αναφέρουν προσκυνητές, το καθολικό της ήταν εξαιρετικής τέχνης, με ξυλόγλυπτο τέμπλο, μαρμάρινα κοσμήματα και υπέροχο μωσαϊκό δάπεδο. Από τον παλιό αυτό ναό σώθηκε μόνο η εικόνα του Αγίου Γεωργίου (ιστορημένη το 1764 «δια χειρός Μελετίου μοναχού»), από την πυρκαγιά που τον κατέκαυσε το 1881. Τον αμέσως επόμενο χρόνο το καθολικό κτίστηκε ξανά, έπειτα από γενναία χορηγία του τσάρου της Ρωσίας.
Τα επόμενα χρόνια έζησε και πέθανε εδώ το 1910 ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Νικόδημος Α΄, ο τάφος του οποίου υπάρχει στον περίβολο της μονής. Στη συνέχεια ηγούμενοι αναδείχθηκαν ο Γερμανός Αποστολάτος (1918-37), ο Ιωάννης Οικονομίδης ή «Παπαγιάννης» (1939-88), ο Θεοφάνης (1989-94) και ο Φώτιος ως το 1999.
Σήμερα είναι εγκαταλελειμμένη και χρήζει αναστήλωσης, αφού από το σεισμό της Νικομήδειας του 1999 έπαθε σοβαρές ζημιές. Οι ιδιοκτησίες της μονής περιορίζονται πλέον στον εντός του περιβόλου χώρο, μιας και όλα τα υπόλοιπα ακίνητα που είχε επί της νήσου τα κατέλαβε αυθαιρέτως η τουρκική ναυτική σχολή

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Σχετικές Πηγές στην Βικιπαίδεια

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου